Πρόσκληση στο 5ο Αντιρατσιστικό Φεστιβάλ Κοζάνης με θέμα •Παρουσίαση του «Πρόσφυγα» από το 2ο Δημοτικό Σχολείο Κρόκου και λίγα λόγια από τον Υπεύθυνο Εκπαιδευτικό Βασίλη Πετρίδη που διοργανώθηκε στο Βαλταδώρειο Γυμνάσιο.
Ακολουθεί το κείμενο:
Αγαπητοί διοργανωτές και φίλοι,
να αρχίσω με ένα μεγάλο ευχαριστώ για αυτήν την πρόσκληση εκ μέρους του 5ου Αντιρατσιστικού Φεστιβάλ Κοζάνης να παρουσιάσουμε τον “Πρόσφυγα” και να ζητήσω συγνώμη που δεν κατάφερα να παρευρίσκομαι ο ίδιος έτσι ώστε να υπάρξει και το ουσιαστικότερο κομμάτι, αυτό της διάδρασης. Λέγοντας αυτά, λοιπόν, θα ήταν άκαιρο να μακρηγορήσω αναλύοντας τη διαδικασία παραγωγής και τις σχετικές δυσκολίες που αντιμετωπίσαμε. Θα ήθελα μόνον να αναφερθώ σε κάποιους προβληματισμούς που εμφανίστηκαν μέσα από ένα τέτοιο εγχείρημα που περικλείει ανήλικους μαθητές, ένα δημόσιο σχολείο, ένα διαγωνισμό τραγουδιού και τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης.
Τον Απρίλιο του 2016 ήμουν διορισμένος Αναπληρωτής Εκπαιδευτικός στο Τμήμα Ένταξης του 2ου Δημοτικού Σχολείου στον Κρόκο Κοζάνης. Η θέση μου εκεί δεν περιείχε σε καμία περίπτωση οποιαδήποτε σχέση με τη μουσική που μαζί με την Εκπαίδευση ολοκληρώνουν τον κύκλο της καθημερινότητάς μου. Όμως, όπως πολύ συχνά συμβαίνει δεν μπορείς να κάνεις δύο ζωές χωρίς να μπλέξεις την μία με την άλλη κάποια στιγμή. Έτσι, όταν έφτασε ένα email πρόσκλησης στον 3ο Πανελλήνιο Διαγωνισμό Ραδιοφωνικού Ηχητικού Μηνύματος και Τραγουδιού με τον τίτλο «Κάν’ το ν’ ακουστεί – 2016» σκέφτηκα να αδράξω την ευκαιρία και να ασχοληθώ με το ζήτημα των ημερών μας. Το σχολείο όπου εργαζόμουν μάζευε ήδη τρόφιμα και ρούχα για τους πρόσφυγες όμως παρόλα αυτά δεν μπόρεσα να πιστέψω ποτέ ότι το σχολείο υπάρχει μόνο για να αναζωογονεί το εργατικό δυναμικό και τις κοινωνικές δομές. Γιατί να μην έχει μια πραγματική επίδραση στην καθημερινότητά μας, εδώ και τώρα; γιατί να μην είναι κι ένας βραχυπρόθεσμος ρυθμιστής της ζωής κι όχι μόνο μια μακρόχρονη ασφάλεια της κοινωνικής διαστρωμάτωσης;
Επομένως, άρχισα ένα ταξίδι μηνών με τους μαθητές που δεν είχαν έρθει ποτέ σε επαφή με τη μουσική. Στον ελεύθερο χρόνο μας και στις ανύπαρκτες υποδομές για παραγωγή μουσικής εργαζόμουν με τον Βαγγέλη (10 χρονών), τον Γιώργο (10 χρονών) και την Δημητρούλα (7 χρονών) παίρνοντας ιδέες και κυρίως συναισθήματα και βάζοντας τα παιδιά να κλείσουν τα μάτια και να αναλογιστούν τις κακουχίες και τον πόνο που κρύβει το ταξίδι των προσφύγων. Οι πρόσφυγες που πολλοί από αυτούς ήταν στην ηλικία τους. Η δουλειά αυτή είχε σαν αποτέλεσμα, για παράδειγμα, τον στίχο “ξυπνώ μοναχός μες στο Αιγαίο/ δυό-τρία πρόσωπα μου φαίνονται γνωστοί / δεν είναι φίλοι δεν είναι αδέλφια / συνταξιδιώτες που θυμίζουνε γνωστοί”. Φυσικά, όποιος έχει ασχοληθεί με μαθητές έστω και λίγο καιρό γνωρίζει ότι δεν εκφράζονται ακριβώς έτσι… ή τουλάχιστον δεν τους έχει δοθεί ως τώρα η ευκαιρία να τιθασεύσουν τον ποιητή μέσα τους, βάση προγράμματος. Θα μπορούσα να είχα κρατήσει στίχους και μουσική στην πρωτόλεια μορφή, χωρίς λυρικότητα, αλλά τότε ίσως δεν θα είχαμε το ίδιο αποτέλεσμα. Θεωρώ πως η μουσική, ακόμα κι αν παράγεται μέσα σε ιδρύματα, δεν μπορεί να έχει μόνο τον εργαλειακό χαρακτήρα που είχε σε ορισμένες περιπτώσεις στην ΕΣΣΔ, στην μεσαιωνική Χριστιανική Ευρώπη ή στον Ναζισμό. Είναι στείρα και δεν απορροφά τον άνθρωπο μέσα της. Το σχολείο, λοιπόν, δεν χρειάζεται να παραμένει μόνο στις απλές μουσικές ή άλλες εκφραστικές ασκήσεις γύρω από θέματα όπως “προσφυγικό”, “φτώχεια”, “ελευθερία” και “δημοκρατία” και που εξωτερικεύονται στην καλύτερη περίπτωση στις σχολικές γιορτές στο τέλος κάθε χρονιάς. Γνώμη μου είναι πως αυτό που παράγεται πρέπει να είναι τηρουμένων των αναλογιών συναισθηματικά φορτισμένο και να βγαίνει προς τα έξω. Πρέπει να μπορεί να ακουστεί…
Κάπου εδώ εμφανίζονται τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης στην ιστορία μας. Το τραγούδι “Ο Πρόσφυγας” κέρδισε εντέλει το ειδικό βραβείο της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες και άρχισε πολύ γρήγορα να γίνεται viral ή αλλιώς να εξαπλώνεται ραγδαία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ένα τραγουδάκι από τον Κρόκο Κοζάνης με τα ελάχιστα μέσα μετακίνησε μεγάλες κοινωνικές ομάδες να ασχοληθούν μαζί του. Βέβαια ταίριαξαν πολλά στοιχεία που βοηθάνε την εξάπλωση ενός έργου. Θέλω να πω πως τίποτα από αυτά ίσως να μην συνέβαινε μέσα στο άνθος του καπιταλισμού το 2005 και στα “ήσυχα σύνορά” μας. Τίποτα ίσως να μην συνέβαινε αν δεν τραγουδούσε το ρεφρέν ένα κοριτσάκι 7 χρονών με την πιο ισχνή και αδύναμη φωνή που σε κάνει να νομίζεις ότι τα ζεις ο ίδιος ή ένα “πικρό πιάνο” με βάθος στην εισαγωγή.
Πολλές φορές σκέφτηκα γιατί να μην το κάνουμε απλά για τους εαυτούς μας το τραγουδάκι; Κάτι σαν εργασία όπως τόσες εργασίες που αρχίζουν και τελειώνουν στα όρια του σχολείου. Να γίνουν οι μαθητές για λίγο οι μικρές διασημότητες μεταξύ των συμμαθητών τους, να πάρω τα εύσημα από συναδέλφους και γονείς και του χρόνου σε άλλο σχολείο της Ελλάδας να τραβάω έναν διαφορετικό δρόμο. Η απάντηση ήρθε όταν αρχίσαμε να παίρνουμε τα πρώτα μηνύματα. Άνθρωποι που δεν γνωρίσαμε ποτέ κλαίγανε και μας αφηγούνταν ιστορίες για το πως ένιωσαν “τον ξεριζωμό” από τη φωνή της Δήμητρας και την αβεβαιότητα της επόμενης ημέρας από τον Βαγγέλη και τον Γιώργο. Νιώσαμε την ανυπόφορα μεγάλη δύναμη των Μέσων όταν μπαίναμε στα σπίτια όλης της Ελλάδας ένα ωραίο απόγευμα μέσα από την Κρατική Τηλεόραση. Δώσαμε πολλές συνεντεύξεις, παίχτηκε στα ραδιόφωνα, το άκουσαν χιλιάδες άνθρωποι, μπήκε σε σχολικές γιορτές άλλων σχολείων και το μοιράστηκαν εκατοντάδες χρήστες του διαδικτύου. Φυσικά, γράψανε και φασιστικές/ρατσιστικές εφημερίδες εναντίον του με στοχευμένες ηλεκτρονικές ύβρεις εναντίον μαθητών, δασκάλων και γονέων. Υπάρχουν κι αυτοί οι άνθρωποι στην αστική δημοκρατία αν και δεν πιστεύουν στην ύπαρξη άλλων ανθρώπων.
Τελειώνοντας και με τις εμπειρίες που πήρα από τον “Πρόσφυγα” και το εύρος της δημοσιότητας που άγγιξε νιώθω ότι θα ήθελα κάποια στιγμή να αρχίσει ο συγχρονισμός του σχολείου με την κοινωνία της πληροφορίας και η συμφιλίωσή του με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Είναι μέρος της καθημερινότητας των γονιών, των μαθητών και των δασκάλων τους και δεν βρίσκω λόγο να πιστεύουμε ότι είναι “εξωσχολικό” κάτι που ενώνει αυτές τις τρεις ομάδες της εκπαίδευσης. Είναι αλήθεια πως ζούμε σε μια διπλή κοινωνία, πλέον. Την πραγματική και την εικονική κι όποιος παρακολουθεί την εξέλιξη της τεχνολογίας θα καταλάβει ότι η διαχωριστική γραμμή θα αρχίσει να χάνεται με τα συστήματα που θα ενώνουν το σώμα του ανθρώπου με τον διαδικτυακό του εαυτό όλο και περισσότερο. Δεν κατανοώ πως γίνεται ένας μαθητής να ανεβάζει στο διαδίκτυο το υλικό του, είτε είναι μια φωτογραφία, είτε ένα τραγούδι, είτε η έκθεσή του και το σχολικό σύστημα να μην είναι εκεί να τον υποστηρίξει, να τον προωθήσει και να τον ανατροφοδοτήσει με ό,τι χρειάζεται για να γίνει καλύτερος και να προστατεύει τον εαυτό του καλύτερα. Είναι, ας πούμε, βέβαιο πως κάποια στιγμή θα υποστεί κάποιο διαδικτυακό bulling. Γιατί να μην είναι έτοιμος να διαχειριστεί τον εικονικό του εαυτό;
Η ιδιωτικότητα δεν έχει χαθεί ουσιαστικά απλώς αποκτάει μια άλλη διάσταση στην οποία πρέπει να ετοιμάσουμε τα παιδιά και πιθανόν και τους εαυτούς μας. Αυτήν της επιλογής και του φιλτραρίσματος των πληροφοριών. Ούτως ή άλλως το σχολείο είναι πολλές φορές ανίκανο να υπερνικήσει την δύναμη μιας ιστοσελίδας με βίντεο, γιατί να μην τη χρησιμοποιήσει προς όφελός του;
Να είστε καλά και ευχαριστώ και πάλι για την πρόσκληση,
Βασίλης Πετρίδης
Κυριακή, 3 Ιουλίου 2016, Θεσσαλονίκη